Το παρακάτω αποτελεί κείμενο-σημειώσεις του καθηγητή - γιατρού Μάκη Αξιώτη, ο οποίος πραγματοποίησε ομιλία με θέμα "Η Ιστορία της Ερεσού" στο ξενώνα του κ. Παύλου Τζανέττου, κατά τις αρχές Ιουλίου 2016. Το κείμενό του το ζητήσαμε από τον ίδιο τον κ. Αξιώτη με σκοπό τη δημοσίευσή του από το Σύλλογό μας και σας το παραθέτουμε προς μελέτη. Παρουσιάζονται αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία σχετικά με τον τόπο μας και την ιστορία του.
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
του Μάκη Αξιώτη
Η πόλη είναι η γνωστή θέση στον «περικύμονα μαστοειδή λόφο» της Βίγλας. Τα τείχη της αρχής και κάτι αρχέγονες πύλες από όρθιους ογκόλιθους και λεσβία δόμηση υπάρχουν διάσπαρτα στις πλαγιές του λόφου. Θεωρείται ότι αυτό που καλύπτει τώρα το μεσαιωνικό κάστρο, ακόμη και η θολωτή δεξαμενή, ανήκουν στην «Ακρόπολή» της. Την αναφέρουν διάφορες επιγραφές της περιοχής.
Τα τείχη, ο περίβολος, επεκτεινόταν προς τα ανατολικά έως την Παναγιά τη Μινάβρα και κάλυπτε το αρχαίο λιμάνι της που βρισκόταν στη θέση του σημερινού λιμανιού. Προς τα δυτικά βρέθηκε το τείχος, στις όχθες του ποταμού, δίπλα στην παλαιοχριστιανική του Αγίου Ανδρέα. Είναι ισόδομη δόμηση και φαίνεται σαν κατασκευή των Ρωμαϊκών χρόνων, όταν μετά το 167 π.Χ., μετά τη μάχη της Πύδνας στη Μακεδονία, η Ρώμη «χαρίζει» την Άντισσα στην επιθετική Μήθυμνα. Τότε η πόλη οχυρώνει περιφερειακά οχυρά με το ισόδομο σύστημα της εποχής.
Η περιοχή, σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία, πριν την εγκατάσταση των Αιολών, γύρω στο 1000 π.Χ., είχε οικισμό σημαντικό μυκηναϊκό (ευρήματα στο αρχαιολογικό μουσείο) όπως έχει αποδειχθεί και στις άλλες αιολικές πόλεις του νησιού (1600-1200 π.Χ.) και πριν από αυτό οι κάτοικοι της πρώιμης Χαλκοκρατίας κατείχαν το ύψωμα του Άη Λια του επάνω (3000-2000 π.Χ.)
Αμέτρητες λάρνακες, μονολιθικές από ηφαιστειακό πέτρωμα, βρέθηκαν στην περιοχή, πολλές σε δεύτερη χρήση, σαν πατητήρια σταφυλιών. Η νεκρόπολη η ελληνιστική επεκτεινόταν από «του Μ’τράκα το βναρ» (δίπλα στον αμαξιτό προς το Γιαλό) έως τους πρόποδες τη; Βίγλας.
Η πόλη είχε τα ιερά της : α)Ιερό του Διονύσου, όπου διεξάγονταν αγώνες και θυσίες. Έπειτα, οι υπερμεγέθεις φαλλοί που ανακαλύφθηκαν στην επικράτειά της αποδίδονται στη λατρεία του Θεού, β) Ιερό της Αθηνάς (το Αθήναιον) που ίσως βρισκόταν στη θέση της Παναγίας της Μινάβρας (από το Minerva). Και για το ιερό του Διονύσου αναφέρουν τη θέση της παλαιοχριστιανικής του Αγίου Ανδρέα. Βρέθηκαν κίονες δωρικού ρυθμού.
Ο Στέφανος Βυζάντιος αναφέρει Ιερό του Μεσοποντίου Ποσειδώνος, Ιερό της Αφροδίτης από αναθηματική επιγραφή και από τον 5ο π.Χ. αιώνα πανάρχαιο ιερό του Απόλλωνα (Κερανεύς Απόλλων). Η επιγραφή στο βάθρο που βρίσκεται έξω από το νέο μουσείο μιλά τον Ερέσιο Απόλλωνα, με αρχιερέα και πρόσωπα που κάλυπταν οικονομικά αγώνες και σε τούτο το ιερό. Μια επιγραφή αναφέρει την Άρτεμις Γρυνεία (;) – ίσως Δρυνεία – των Δρυών, που κατείχαν τότε και τις γύρω περιοχές του δυτικού νησιού. Και τέλος ο Βασίλης Κουμαρέλλος με την θεση που ανακοίνωση του πιθανού Ιερού, κορυφής με βωμό, στον Κάτω Άη Λια, πρόσθεσε ακόμα μια «θέση» Ιερού στην αρχαία πόλη.
Τα πέλματα
Κυβόλιθοι, οι οποίοι φέρουν στη μια επιφάνεια επιπεδόγλυφα πέλματα (δύο ή και σπανιότερα τέσσερα), βρίσκονται διάσπαρτα στην επικράτεια της Ερεσίας μόνο. Ο αρχαιολόγος Conze (1865), στα μέσα του 19ου αιώνα που τα είδε τα θεώρησε αναθήματα σε κάποια θεότητα, με πιθανή παράκληση θεραπείας κάποιων προβλημάτων των κάτω άκρων. Βρίσκονται συνήθως εντοιχισμένα σε εξωκκλήσια (σε δεύτερη χρήση), σε αγροτικά σπίτια, όπου υπάρχουν οικιστικά λείψανα, σε κρήνες. Τα κοντινότερα υπάρχουν στην κρήνη της Παναγίας της Ερεσού, στην Παναγία την Κορωνιώτισσα, σε μια κρήνη δίπλα στην Ερεσό και σε άλλες περιοχές, στην Παναγιά τη Λαχταπεδιανή στον Πορτό (δύο), στον Άγιο Δημήτριο, στον Πορτό (ελεύθερο) και σε άλλα πολλά μέρη που σχετίζονται με οικισμούς ή αρχαίες εγκαταστάσεις.
Στο αρχαιολογικό μουσείο του Γιαλού, υπάρχει μια συλλογή από τέτοιους λίθους, ορισμένοι από τους οποίους χρονολογήθηκαν από το στρώμα που βρέθηκαν στην Ρωμαϊκή εποχή. Αν, όμως, κρίνουμε από περιοχές με πρώιμους μεν, αλλά βυζαντινούς οικισμούς, όπως στον Πορτό, φαίνεται ότι αυτά επεκτείνονται σε μια ευρεία χρονική περίοδο και μέσα στην ύστερη αρχαιότητα με το χριστιανισμό να αγωνίζεται να επιβληθεί στο δωδεκάθεο.
Δε θα αναφερθώ στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή Ερεσό ή Ερισό, με το κάστρο της και τους οικισμούς της που καταγράφονται αναλυτικά στα κιτάπια των οθωμανικών φόρων του 1548. Θα αναφέρω , όμως, το μεγάλο Θεόφραστο, όπως τον ονόμασε ο δάσκαλός του Αριστοτέλης, Τύρταμος στη ζωή του, ο οποίος και του κληροδότησε τη σχολή του στην Αθήνα. Τον Πατέρα της Βοτανικής.
Επίσης τη δέκατη μούσα της αρχαιότητος, την ποιήτρια Σαπφώ ή Ψάπφα. Αυτό το πολύτιμο νόμισμα με την αναφορά σε αυτήν και την Ερεσό δείχνει πού είδε το πρώτο φως η μεγάλη της μουσική ποίηση.
Τέλος, θέλω να αναφέρω ότι η αρχαία Ερεσός, όπως πάλι οι επιγραφές δηλώνουν, είχε, όπως και οι άλλες της Λέσβου, στάδιο, θέατρο, πρυτανείο και αγορά. Μένουν να εντοπιστούν.
Ο Αρχέστρατος (ποιητής) μιλά για το λευκοκριθαρένιο ψωμί της, το οποίο οι θεοί έστελναν τον Ερμή να το πάρει. Μιλά για τα σύκα, τα σταφύλια. - 28 στάδια από το Σίγριον (άκρον του Στράβωνα).
Αφήστε μια απάντηση